Οικογένεια και Ίδρυμα

2013-08-29 17:01

Η Οικογένεια είναι το θεμέλιο κύτταρο κάθε κοινωνικής οργάνωσης. Είναι ο φορέας των κατεστημένων πολιτισμικών αξιών και το βασικό χυτήρι για την ψυχοκοινωνική ανάπτυξη του ατόμου. Στη διαδρομή της οικογενειακής ζωής, η Οικογένεια οφείλει να επαναδιαπραγματεύεται τους τρόπους που λειτουργεί και συναλλάσσεται, προκειμένου να αντιμετωπίσει νέα καθήκοντα και δυσκολίες και να βρίσκει κάθε φορά την αποδοτικότερη και σταθερότερη ισορροπία της.

Οι λειτουργίες κάθε οικογένειας διακρίνονται σε βασικές (προσφορά απαραίτητων υλικών εφοδίων για τη ζωή των μελών της), αναπτυξιακές (ανάπτυξη των μελών της οικογένειας ή μεταβολές στη σύνθεση ή τις συνθήκες, στις οποίες ζει η οικογένεια) και κρίσεως (αρρώστια, θάνατος, ανεργία, μετανάστευση, φυσική καταστροφή κ.λ.π.). Η φυσιολογική λοιπόν οικογένεια προσφέρει τη δυνατότητα στο παιδί να έχει όλα εκείνα τα στοιχεία που προωθούν την ανάπτυξή του: δηλαδή τη συναισθηματική συναλλαγή με τους δύο ή τουλάχιστον με τον ένα γονιό, την αίσθηση ότι ο άλλος σε θέλει, σε εκτιμάει, με άλλα λόγια το συναίσθημα ότι "ανήκεις", την προσφορά κατάλληλων ερεθισμάτων για να αναπτυχθούν φυσιολογικά οι έμφυτες τάσεις και προδιαθέσεις. Το παιδί είναι ευτυχισμένο και ασφαλές όταν μεγαλώνει κοντά στους φυσικούς γονείς, όταν υπάρχει γαλήνη και ευτυχία μέσα στο σπίτι. Η σύγχρονη ψυχοθεραπευτική δουλειά με τον ασθενή και την οικογένειά του μας βοήθησε πολύ να κατανοήσουμε πραγματικά τις δομές της αλληλεπίδρασης ανάμεσα στα παιδιά και τους γονείς. Ο σημερινός τονισμός της Οικογένειας σαν λειτουργικής μονάδας άνοιξε νέες ελπιδοφόρες προοπτικές για τη θεραπεία των ψυχικά πασχόντων αλλά και για την αιτιολογία των ψυχικών παθήσεων. Όπως λέει ο Ackermann: 

Οι σχέσεις της κάθε ξεχωριστής προσωπικότητας και οι διαδικασίες της δυναμικής των Ομάδων στην Οικογενειακή ζωή αποτελούν έναν σημαντικό κρίκο στην αλυσίδα των αιτίων της ψυχικής υγείας και νοσηρότητας.  

Όπως είπαμε, λοιπόν, το ιδανικό περιβάλλον για την ανάπτυξη των ατόμων (και ιδιαίτερα των παιδιών) και την αντιμετώπιση των πάσης φύσεως προβλημάτων είναι το Οικογενειακό. Είναι όμως πάντοτε δυνατό κάτι τέτοιο; Ορισμένες καταστάσεις όπως μια σοβαρή αρρώστια, η οικονομική ανέχεια, βίαιες ενδοοικογενειακές συγκρούσεις, κακοποίηση, εγκατάλειψη, αντικοινωνική συμπεριφορά του ενός ή και των δύο γονιών, αλκοολισμός, εξάρτηση από ουσίες κ.λ.π., μπορεί να δημιουργήσουν στα μέλη μιας οικογένειας ανασφάλεια, αγωνία, φόβους, απώλεια αυτοεκτίμησης κ.λ.π., ειδικά στα ευαίσθητα παιδικά ή εφηβικά χρόνια. Για τους λόγους αυτούς, αλλά και πολλούς άλλους, μπορεί και ενίοτε πρέπει ένα μέλος μιας Οικογένειας να απομακρυνθεί από αυτήν. Ο χωρισμός από το Οικογενειακό περιβάλλον είναι ένα από τα πιο δυσάρεστα γεγονότα που συμβαίνουν στη ζωή των ανθρώπων. Η αδυναμία λοιπόν της Οικογένειας να αντιμετωπίσει ορισμένα σοβαρά προβλήματα των μελών της (αρρώστια) ή να σηκώσει το βάρος της συντήρησής τους, νομιμοποίησε την ιδέα του ιδρύματος και του εγκλεισμού σ' αυτό (Institutionnalization).

Έτσι, από τα μέσα του 17ου αιώνα στην Αγγλία, εγκαθιδρύεται το σύστημα των "σπιτιών των τρελών", μέσα στα οποία η επίβλεψη των τροφίμων βρίσκεται στα χέρια κληρικών και, σπανιότερα, ιατρών. Λίγο αργότερα, στα 1796, στη μικρή πόλη York, ανοίγει τις πύλες του το πρώτο ψυχιατρικό άσυλο, το περίφημο "Ησυχαστήριο" (Retreat), υπό την καθοδήγηση του νομομαθούς φιλανθρώπου κουάκερου Tuke. Από τότε και ύστερα, η ανάπτυξη των ασύλων για ψυχασθενείς πήρε έκταση και θεωρήθηκε θεσμός που αποτελούσε τη λύση στο πρόβλημα της ψυχικής αρρώστιας μέχρι τα μισά περίπου του 20ου αιώνα. Πρέπει να σημειώσουμε πως η Κρατική πολιτική στον χώρο της Ψυχικής Υγείας, ενώ μέχρι τη δεκαετία του '50 επικεντρωνόταν στην ανάπτυξη των ασύλων, από το '60 και μετά στράφηκε προς την κατεύθυνση της Κοινοτικής Ψυχιατρικής, αντιτιθέμενη στην πολιτική αποχωρισμού του "τρελού" από την κοινότητα.

Ας δούμε τώρα μερικά γενικά χαρακτηριστικά της ιδρυματικής ζωής. Ανεξάρτητα από την κατηγορία του Ιδρύματος και την ειδική κατάσταση στην οποία βρίσκονται τα άτομα που ζουν σ' αυτό, μπορεί να συνοψίσει κανείς την ιδιαιτερότητα της ιδρυματικής ζωής στα ακόλουθα γενικά χαρακτηριστικά:

  • αποκοπή από το Οικογενειακό περιβάλλον ή το υποκατάστατό του
  • ομαδική συμβίωση με άγνωστα πρόσωπα
  • έλλειψη εναλλαγής παραστάσεων και συναισθηματικής επαφής
  • υπηρεσιακή αντιμετώπιση ατομικών αναγκών από το προσωπικό του Ιδρύματος
  • εξάρτηση από το προσωπικό του Ιδρύματος
  • αποκοπή από την Κοινότητα
  • ιδρυματισμός (κυρίως των χρονίως πασχόντων ή διαβιούντων σ' ένα ίδρυμα) 
  • στίγμα κοινωνικό

Παρατηρούμε πως τα περισσότερα απ' αυτά τα χαρακτηριστικά αναφέρονται σε λειτουργίες που είναι αυτονόητο ότι υποστηρίζονται αποτελεσματικότερα και δημιουργικότερα στα πλαίσια μιας Οικογένειας. Η απόφαση λοιπόν για τον εγκλεισμό σ' ένα ίδρυμα για μεγάλο χρονικό διάστημα, ακόμα κι όταν αυτό είναι αναγκαίο για θεραπευτικούς λόγους, πρέπει να λαμβάνεται πολύ προσεκτικά και πάντοτε αφού εκτιμηθεί η δυνατότητα της οικογένειας, με την κατάλληλη καθοδήγηση και βοήθεια, να αντιμετωπίσει το πρόβλημα. Με άλλα λόγια, πρέπει να καταβάλλεται κάθε προσπάθεια και να εξαντλείται κάθε μέσο για την παραμονή και την αντιμετώπιση της διαταραχής του ψυχικά πάσχοντα, στο φυσικό του περιβάλλον και να αποφεύγεται το "ξερίζωμά" του απ' αυτό. Θα εξετάσουμε τώρα μερικά από αυτά τα χαρακτηριστικά:

  1. Αποκοπή από το Οικογενειακό περιβάλλον : Το μέγεθος της συναισθηματικής αντίδρασης είναι ανάλογο με τις σχέσεις του ατόμου με το οικογενειακό του περιβάλλον, και σχετικό με τον λόγο εισαγωγής του σε ίδρυμα. Η σύνθεση και η μορφή μιας φυσικής ή υποκατάστατης οικογένειας, οι λόγοι απομάκρυνσης απ' αυτήν, η κατηγορία του ιδρύματος όπου πρόκειται να παραμείνει για μεγάλο διάστημα το άτομο, και η ψυχοσωματική του κατάσταση γενικά, είναι οι βασικοί παράγοντες που επιδρούν στην υπόστασή του, καθώς αφήνει το "σπίτι" για να μπει στο "ίδρυμα". Έτσι ο κάθε τρόφιμος σε κάθε ίδρυμα, πέρα από τα προσωπικά του βιώματα στην Οικογένεια, έρχεται στο Ίδρυμα τραυματισμένος συναισθηματικά. Αναμφισβήτητα, η σχετική προετοιμασία του αρρώστου για την εισαγωγή του σε ίδρυμα βοηθάει στην αντιμετώπιση της τραυματικής εμπειρίας του αποχωρισμού και της αλλαγής τρόπου ζωής που τον περιμένει.
  2. Ομαδική συμβίωση : Η ζωή σε ένα ίδρυμα προϋποθέτει ομαδική συμβίωση με πολλά άτομα, σε μια διαφορετική σύνθεση της Ομάδας από εκείνη μέσα στη στενή και πλατύτερη Οικογενειακή μονάδα. Εκείνο που χαρακτηρίζει την ομάδα των τροφίμων στο ίδρυμα είναι τα κοινά ειδικά γνωρίσματα μεταξύ τους, όπως η ειδική κατάσταση (αρρώστια), το φύλο, η ηλικία, και η ανάγκη παραμονής σ' αυτό. Είναι φανερό πως η ομαδική συμβίωση σε ίδρυμα δημιουργεί ακόμα πιο έντονα προβλήματα, αφού δεν υπάρχει τίποτε το προσωπικό και ιδιωτικό στην καθημερινή ρουτίνα και στον χώρο του Ιδρύματος. Όλα είναι γενικά και απρόσωπα - απομένει το κρεβάτι των ασθενών σαν κάτι το αποκλειστικά δικό τους, όπου μπορούν να αυτοσυγκεντρωθούν, και οπωσδήποτε είναι για ατομική τους χρήση μόνο. Η εριστικότητα που συχνά αναπτύσσεται μεταξύ των τροφίμων πολλές φορές κρύβει επιθετικότητα για συγγενικά τους πρόσωπα επειδή, κατά τη γνώμη τους, τους απέρριψαν και τους οδήγησαν στον εγκλεισμό. Τα περισσότερα άλλωστε ιδρύματα δεν διαθέτουν χώρους ικανούς για την εξασφάλιση ενός δωματίου ανά τρόφιμο, και έτσι αναγκαστικά όλα όσα αφορούν την καθημερινή ζωή γίνονται ομαδικά και ρυθμίζονται με υπηρεσιακό τρόπο. Το πρόβλημα φαίνεται να είναι λιγότερο έντονο σε νοσηλευτικά ιδρύματα όπως είναι τα γενικά νοσοκομεία, όπου ο χρόνος παραμονής είναι σχετικά περιορισμένος και συνδέεται με την εκπλήρωση ενός συγκεκριμένου θεραπευτικού σκοπού (αποκατάσταση υγείας).
  3. Έλλειψη εναλλαγής παραστάσεων και συναισθηματικής επαφής : Η ιδρυματική ζωή κατά γενική συμφωνία έχει καταστρεπτική επίδραση στην προσωπικότητα εκείνων που έχουν ζήσει για μεγάλο χρονικό διάστημα σε ίδρυμα. Η παραδοσιακή ρουτίνα της καθημερινής ζωής και η περιορισμένη ποικιλία στην απασχόληση των τροφίμων, τους στερούν από ευκαιρίες να δουν ή να κάνουν κάτι διαφορετικό μέσα στο Ίδρυμα και, περισσότερο, έξω από αυτό. Κάτι που δημιουργεί μια διανοητική στασιμότητα επικίνδυνη με τον χρόνο για την όλη ψυχοδιανοητική κατάσταση του ατόμου. Η συναισθηματική σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στους ανθρώπους με την κοινωνικοποίησή τους μέσα στην Οικογένεια, στον συγγενικό κύκλο και στην ανοιχτή Κοινότητα διακόπτεται με την εισαγωγή του ατόμου στο ίδρυμα. Οι καινούργιες σχέσεις που δημιουργούνται μέσα στο ίδρυμα είναι πολύ διαφορετικές από εκείνες που είχε στην προηγούμενη εξωϊδρυματική ζωή του. Είναι φανερή η έλλειψη του Οικογενειακού και συγγενικού δεσμού, του συναδελφικού ή του φιλικού με ελεύθερη εκλογή μέσα στο πλατύ ανοικτό κοινωνικό περιβάλλον. Έτσι το άτομο βρίσκεται στον προστατευμένο χώρο του ιδρύματος χωρίς περιθώρια εκλογής για φίλους και συνεργάτες και, πάνω απ' όλα, χωρίς την Οικογένειά του. Έτσι ο άρρωστος γίνεται ψυχρότερος και απαθής πολύ περισσότερο απ' όσο η αρρώστια του επιβάλλει.
  4. Υπηρεσιακή αντιμετώπιση αναγκών : Πέρα από την απρόσωπη εικόνα που παρουσιάζουν τα Ιδρύματα - με τους γυμνούς θαλάμους, τα πολλά κρεβάτια και την έλλειψη χώρων και ευκαιριών για απομόνωση, ατομική πρωτοβουλία και κάποια δραστηριότητα ή αυτοσυγκέντρωση - η υπηρεσιακή εξυπηρέτηση των τροφίμων, οι ελάχιστοι εξειδικευμένοι υπάλληλοι που χρησιμοποιούνται μάλιστα με προγραμματισμένη ακρίβεια και ρουτίνα σε θεραπευτικούς και εκπαιδευτικούς ρόλους, συμπληρώνουν το ιδρυματικό σκηνικό. Δηλαδή, μια μικρή ομάδα υπαλλήλων με διάφορες ειδικότητες (ή αρμοδιότητες) απλώς ασχολείται με μια μεγάλη ομάδα ατόμων με πολλά κοινά χαρακτηριστικά και πολλές ατομικές διαφορές. Έτσι η θερμότερη επαφή με τον άρρωστο για εξυπηρέτηση των αναγκών του επαφίεται αποκλειστικά και μόνο στην καλή διάθεση και την προσωπικότητα των μελών του προσωπικού.
  5. Εξάρτηση από το προσωπικό : Είναι μοιραίο για τον τρόφιμο κάθε ιδρύματος να αποκτήσει με τον καιρό μια εξάρτηση από το προσωπικό του Ιδρύματος. Η ειδική κατάσταση στην οποία βρίσκεται και η ταύτιση των γενικών και ειδικών αναγκών του με των άλλων, δημιουργούν αυτή την εξάρτηση. Η ρουτίνα της ιδρυματικής ζωής δεν αφήνει περιθώρια για ατομική πρωτοβουλία και διαπροσωπικές σχέσεις. Δεν έχει σημασία αν πεινάει ο άρρωστος την ώρα που σερβίρεται το φαγητό, ούτε αν του αρέσει, ούτε αν χόρτασε, ούτε αν αυτό ακολουθεί την ίδια ομοιόμορφη εναλλαγή για πολύ καιρό. Ο άρρωστος οδηγείται στην απάθεια, αφού δεν μπορεί να αλλάξει τίποτε, αλλά και δεν χρειάζεται να κάνει τίποτε για την κάλυψη των αναγκών του. Η ολοκληρωτική εξάρτηση από τους άλλους είναι η φυσική συνέπεια της συγκεντρωτικής διοίκησης των ιδρυμάτων και της παροχής φροντίδας με απόλυτη πρωτοβουλία του προσωπικού, χωρίς την ενεργό συμμετοχή των τροφίμων.
  6. Ιδρυματισμός: Είναι η κατάσταση στην οποία περιέρχεται το άτομο μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα παραμονής σε Ίδρυμα κλειστής προστασίας. Ο ιδρυματικός άρρωστος χαρακτηρίζεται από την απάθεια και την έλλειψη αντίδρασης σε μια σχέση με συναίσθημα και συγκίνηση. Ο ιδρυματισμός αφήνει έντονα τα ίχνη του στην προσωπικότητα αλλά και στη συμπεριφορά του ατόμου ακόμα και μετά την έξοδό του από το ίδρυμα. Δυσκολεύεται στη δημιουργία διαπροσωπικών σχέσεων, στην ανάληψη σωστών ρόλων στην Οικογένεια, και η βούλησή του είναι συνήθως μικρή έως ανύπαρκτη. Τα βιώματα ανθρώπων που έζησαν σε μεγάλη ομάδα μέσα σε Ίδρυμα για πολύ καιρό ακυρώνουν τη συναισθηματική ευελιξία που χρειάζεται το άτομο στην καθημερινή του ζωή μέσα και έξω από την οικογένεια, στις σχέσεις του με συγγενικά και μη πρόσωπα.

Θα ήθελα τώρα να εξετάσουμε μερικές τουλάχιστον πλευρές της σχέσης ανάμεσα στο Ίδρυμα και την Οικογένεια του αρρώστου:

α) Κατά κανόνα, όταν αποφασίζεται η εισαγωγή ενός αρρώστου στο Ίδρυμα, η Οικογένεια διακατέχεται από αμφιθυμικά συναισθήματα. Οι γονείς (όταν πρόκειται για το παιδί τους που εισάγεται) ή οι σύζυγοι αισθάνονται αποτυχημένοι στον ρόλο τους. Είναι συχνά καχύποπτοι και "κουμπωμένοι" και αυτό οδηγεί στην εκδήλωση μιας, κατά κανόνα έμμεσης, επιθετικότητας. Από την άλλη, αισθάνονται ανακούφιση που θα απαλλαγούν από τη δύσκολη κατάσταση που αντιμετώπιζαν και αποθέτουν στο Ίδρυμα όλες τους τις ελπίδες για την ανάρρωση του αρρώστου και την επιστροφή του στο Οικογενειακό πλαίσιο, πράγμα που μπορεί να επιτείνει την οργή του αρρώστου απέναντί τους γιατί βιώνει την "απόρριψη", το πόσο "ανεπιθύμητος" είναι και το "βάρος" που επιφέρει στην οικογένειά του.

β) Από την πλευρά του Ιδρύματος, εάν τα συναισθήματα της Οικογένειας δεν ερμηνευτούν σωστά και δεν κατανοούνται, μπορεί να δημιουργηθεί μια ανταγωνιστική σχέση ανάμεσα στο "καλό" ίδρυμα που θεραπεύει και την "κακή" οικογένεια που δημιουργεί το πρόβλημα. Αυτό δημιουργεί συχνά έναν φαύλο κύκλο, με τον άρρωστο να βρίσκεται στο μέσον αποξενωμένος και με πλήρη απώλεια του συναισθήματος ότι ανήκει - πράγμα που κατά κανόνα (συνεπικουρούσης και της συμπτωματολογίας του) μπορεί να οδηγήσει στην έντονη και πολλές φορές βίαιη αντίδρασή του.

γ) Είναι σημαντικό Ίδρυμα και Οικογένεια να εγκαταστήσουν μια στενή συνεργασία μεταξύ τους και αυτό θα γίνει κύρια με την πρωτοβουλία των εκπροσώπων του Ιδρύματος (και κυρίως του Κοινωνικού Λειτουργού). Η γνώση των οικογενειακών συνθηκών, των τρόπων επικοινωνίας στην Οικογένεια, των δεσμών των μελών της μεταξύ τους και προς την Κοινότητα, δίνει πολλά στοιχεία για την κατανόηση της ψυχοπαθολογίας του αρρώστου και επομένως του τρόπου θεραπευτικής του αντιμετώπισης. Φέρ'ειπείν: ανταγωνισμός μεταξύ γονέων --> διέγερση του αρρώστου. Άρα, ανταγωνισμός μεταξύ θεραπευτών --> διέγερση του αρρώστου ή απόσυρση. Κακές σχέσεις με αδέλφια --> εριστικότητα με συνασθενείς, κ.λ.π. Ακόμη είναι πολύ θετικό, με την καθοδήγηση των θεραπευτών και του κοινωνικού λειτουργού, η Οικογένεια να συμπεριφέρεται σωστά απέναντι στον άρρωστο κατά τη διάρκεια των επισκέψεων και να συνεργάζεται ικανοποιητικά με το προσωπικό του ιδρύματος για τις ανάγκες του αρρώστου.